Τετραπλό φονικό: Δικαίωση λοχία της αστυνομίας – Επανήλθε στα καθήκοντα του

Ανατροπή δεδομένων σε ό,τι αφορά την απόφαση πειθαρχικού σώματος της Αστυνομίας Κύπρου να εξαναγκάσει σε παραίτηση δυο μέλη του τον Ιούνιο του 2020, για υπόθεση που σχετίζεται με το τετραπλό φονικό της Αγίας Νάπας (23/6/2016), όπως αναφέρεται σε σημερινό δημοσίευμα της εφημερίδας «Φιλελεύθερος».
Το Ανώτατο Δικαστήριο με ετυμηγορία του την περασμένη Τετάρτη στο πλαίσιο εξέτασης έφεσης ενός εκ των δυο επηρεαζόμενων, ακύρωσε την απόφαση της Πειθαρχικής Επιτροπής της Αστυνομίας, η οποία τον είχε θέσει εκτός σώματος.
Μάλιστα, το δικαιωθέν μέλος της Δύναμης, που φέρει το βαθμό του λοχία, από την περασμένη Παρασκευή επανήλθε στα καθήκοντά του μετά από περίπου έξι χρόνια. Αρχικά είχε τεθεί σε διαθεσιμότητα στις 8/5/2017, ενώ στις 11/6/2020 κατόπιν πειθαρχικής διαδικασίας αποφασίστηκε η αποπομπή του από το αστυνομικό Σώμα, όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα του δημοσιογράφου Φάνη Μακρίδη στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος».
Η δικαίωση του προαναφερθέντα ενδεχομένως να ανοίξει το δρόμο για επανένταξη στην Αστυνομία και για το έτερο μέλος της Δύναμης, το οποίο είχε εξαναγκαστεί σε παραίτηση. Πρόκειται για το μέλος της ΜΜΑΔ, το οποίο βρισκόταν με τον Φάνο Καλοψιδιώτη την ώρα του φονικού, ενώ τραυματίστηκε από σφαίρες στην προσπάθειά του να προστατεύσει τα παιδιά του ζεύγους Χατζηευθυμίου. Οι δικηγόροι του, Γιάννης Πολυχρόνης και Πιέρος Ζαπούνης, απέστειλαν τη Δευτέρα επιστολή στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και επικαλούμενοι την απόφαση στην υπόθεση του λοχία, ζητούν από την Δημοκρατία να ακυρώσει την απόφαση του Ιουνίου του 2020 που αφορά το δικό τους πελάτη. Σε αδρές γραμμές, προβάλλουν τη θέση ότι οι λεπτομέρειες της υπόθεσης του πελάτη τους είναι οι ίδιες μ’ αυτές του δικαιωθέντος λοχία.
Πάντως, η απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστικού σώματος (Γ. Γιασεμής, Δ. Σωκράτους και Ν. Σάντης), με την οποία δικαιώθηκε ο υπαξιωματικός της Αστυνομίας, προκαλεί αίσθηση. Κι αυτό υπό την έννοια ότι, σύμφωνα με τα νομικά επιχειρήματα των Ανδρέα Σ. Αγγελίδη και Γιώργου Α. Καραπατάκη, δικηγόρων του αιτητή, αλλά και τα ευρήματα του Ανωτάτου, η Πειθαρχική Επιτροπή όταν αποφάσιζε να εξαναγκάσει σε παραίτηση τον πειθαρχικά ελεγχόμενο, έλαβε υπόψη της αναξιόπιστο μάρτυρα.
Να σημειωθεί ότι μετά το τετραπλό φονικό που είχε ως αποτέλεσμα τους θανάτους του Φάνου Καλοψιδιώτη, του μέλος της Αστυνομίας Ηλία Χατζηευθυμίου και της συζύγου του Σκεύης, καθώς κι ενός εκ των εκτελεστών (Γκιανί Βόγκλι), προέκυψαν στοιχεία που υποδείκνυαν διαφθορά από συγκεκριμένο αστυνομικό.
Εν τέλει μετά από έρευνα και πειθαρχική διαδικασία, επιβλήθηκαν τιμωρίες σε βάρος τεσσάρων μελών της Αστυνομίας, μεταξύ των οποίων και οι δυο προαναφερθέντες, οι οποίοι αποπέμφθηκαν από το Σώμα. Ο λοχίας είχε κριθεί ένοχος σε πειθαρχικές κατηγορίες που απέρρεαν από μαρτυρία ότι ήταν φίλος του Καλοψιδιώτη και ότι ήταν υπεύθυνος διαχείρισης κέντρου που διατηρούσε ο επιχειρηματίας, χωρίς να έχει λάβει άδεια από τον πολιτικό προϊστάμενο.
Ο λοχίας, στους τρεις πρώτους από τους έξι λόγους Έφεσης του, εστίασε στο γεγονός ότι το πειθαρχικό σώμα της Αστυνομίας τον έκρινε ένοχο βασιζόμενο «στη λανθασμένη αξιολόγηση του κύριου μάρτυρα κατηγορίας». Το Ανώτατο, λοιπόν, αξιολογώντας τη μαρτυρία δικαίωσε τον εφεσείοντα. Στην ετυμηγορία του έκτασης 20 σελίδων, σημειώνει μεταξύ άλλων: «Είναι πρόδηλον και αποδεκτό από αμφότερα τα διάδικα μέρη ότι η μαρτυρία του βασικού μάρτυρα διαφοροποιήθηκε ουσιωδώς κατά την αντεξέταση και επανεξέτασή τους από τη δοθείσα κατάθεση του προς την Αστυνομία». Ακολούθως καταγράφει λεπτομερώς τις αντιφάσεις και ανακολουθίες στη μαρτυρία, ενώ σημειώνεται: «Η ανάγκη αιτιολόγησης της αξιολόγησης μάρτυρα ως αξιόπιστου, αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ έργο του Δικαστηρίου Έργο το οποίο η Πειθαρχική Επιτροπή εξάσκησε κατά εσφαλμένο τρόπο».
Ο λοχίας αναμένεται να διεκδικήσει αποζημιώσεις που αφορούν τους μισθούς που απώλεσε, ενώ πιθανόν να προσφύγει δικαστικώς για απώλεια καριέρας, καθώς βάσει προσόντων ήταν δικαιούχος για προαγωγές.