Στο κείμενό του που αναδημοσίευσα από το νέο βιβλίο του, ο Νίκος Ρολάνδης αναφέρεται στην πόλη δύσκολη περίοδο από πλευράς υγείας που πέρασε ο πρόεδρος Σπύρος Κυπριανού το 1978, ο οποίος είχε «ψευδαισθήσεις» και είχε επίσης την εντύπωση ότι οι πάντες συνωμοτούσαν εναντίον του. Στην πραγματικότητα, ο Σπύρος Κυπριανού δεν είχε απλώς ψευδαισθήσεις, κάτι χειρότερο συνέβαινε στον τότε πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας και όλοι οι υπουργοί του το γνώριζαν και πρώτος ο υπουργός Υγείας, ψυχίατρος Ανδρέας Μικελλίδης. Αλλά δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν αυτή την κατάσταση και άφησαν τη χώρα «να διοικείται από έναν πρόεδρο που είχε ψευδαισθήσεις». Ο πρόεδρος αυτός κυβέρνησε τη χώρα μια δεκαετία, δύο συνεχόμενες θητείες και παραλίγο να τα καταφέρει να εξασφαλίσει και μια τρίτη θητεία. Η δεκαετία κατά την οποία «η χώρα διοικείτο από έναν πρόεδρο που είχε ψευδαισθήσεις» (το αφήνω ως εκεί) ήταν από τις χειρότερες, αν όχι η χειρότερη, όσον αφορά το κυπριακό. Μέσα σ’ αυτή τη δεκαετία δημιουργήθηκαν μια σειρά από τετελεσμένα ενώ ο πρόεδρος με τις ψευδαισθήσεις το μόνο που ήταν σε θέση να κάνει ήταν να απορρίπτει πρωτοβουλίες των Ηνωμένων Εθνών και όχι μόνο. Το ότι δεν πάθαμε χειρότερα, με έναν πρόεδρο που είχε ψευδαισθήσεις οφείλεται στην ψυχή μας. Φανταστείτε μιαν άλλη ευρωπαϊκή χώρα να διοικείται για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα από έναν πρόεδρο με ψευδαισθήσεις. Το πόσο σοβαρή ήταν η κατάσταση του Σπύρου Κυπριανού το γνώριζαν όχι μόνο οι υπουργοί του αλλά όλος ο περίγυρός του. Και βεβαίως όσοι ήταν παρόντες στη διευρυμένη συνεδρία κατά την οποία εξέθεσε όσα γνώριζε για τη μεγάλη συνομωσία:
«Αφού ετοιμάστηκαν τα μηχανήματα ο πρόεδρος άρχισε να αφηγείται. Ο μονόλογος κράτησε δυόμιση ώρες. Η παρακολούθηση ήταν προβληματική γιατί δεν υπήρχε ειρμός στα λεγόμενά του. Ο πρόεδρος συνέδεσε τη συνωμοσία με την υπόθεση του αεροδρομίου και την υπόθεση της απαγωγής του γιου του Αχιλλέα. Επίσης αναφέρθηκε σε ντόπιο εγκέφαλο και ξένο εγκέφαλο και είπε ότι η συνωμοσία επεκτεινόταν και στην Ελλάδα, προσθέτοντας: Αυτή τη στιγμή σώζω και την Ελλάδα» (Κήρυκας, 28 Απριλίου 1981)